Στη βούργια βάζω τση καρδιάς του ερωντα τα πάθη κι ως είναι
χιλιοπλούμιστη , πικρες κρυβει και λάθη.
Γυαλί σπασμένο η μοναξιά σε χιλιαδυό κομμάτια , χορευω εγω
ξυπολητη , κοιτόντας ‘ σε στα μάτια.
Ηλιος φεγγάρι φεγγουνε , δινουν την εμορφιά τους , γελουνε ,
μα δεν εχουνε ταίρι στη μοναξιά τους.
Δεν εχει ταιρι η μοναξιά , για να μην είναι μονη , φωλιάζει
νυχτα στις καρδιές , ετσά , να μη κρυώνει.
Αν σβύσει η νυχτα και χαθεί , δε θε να ‘ ρθει η μέρα , δε θα
‘ χει ο χρόνος εμορφιά κι ονειρο εκει πέρα.
Χατήρι εγω του λογισμου να ξερεις δε θα κάνω γιάε τα
μαυρομανικα φτερά στους ωμους πάνω.
Νυχτιά ειν ‘ η αγάπη σου , αλητισα κι αγία , μα ‘γω την εχω
φυλακτό , κατάρα κι ευλογία.
Σαν αγριος πολεμιστης που κονταροκτυπιέται , είναι η καρδιά
που πονεσε μα όρθια κρατιέται.
Αντιθετοι άνεμοι ειμαστε κι αντίθετα φυσούμε , βοριάς εγω ,
νοτιάς εσυ , γι ‘ αυτό θ ‘ ανταμωθούμε.
Μαχαιρι βάζω στη φωτιά που καίει τη καρδια μου και τα ‘
ακουμπάω στη πληγη , να κλεισει , του σεβντά μου.
Ιδρωσε η λόγχη του ματιού , αλλα δεν ηταν δάκρυ , ψιχάλα
σκεψης ητανε στου λογισμου την άκρη .
Ως νεφη που γνωρίζουνε του κεραυνού το αιμα , λόγια μου λεει
η σιωπή , με της ψυχης το βλέμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου