Κλεμμένος πόθος
της νύχτας το χάρισμα της αυγής . Ενας αστερισμός γεμάτος κρίνα του πρωινού , σάνταλα
στα πόδια μιάς νεράιδας.
Η πεθυμιά ,φλογισμένη
ανάσα του Νότου στο λαιμό γελαστής Ωκεανίδας .
Κόρη του πελάγους
, κόρη των κυμάτων , της ηδονής της κλεμμένης από την αναδυομένη θεά των Εραστών
.
Το ατέρμονο γαλάζιο
, βραχιόλι στο χέρι μιάς απεγνωσμένης έκστασης που σαρκάζει το εφήμερο.
Όταν οι σκιές
χαθούν στο σκοτάδι θα ‘ ρθω να σε βρώ – άγγιγμα ενός άγραφου ποιήματος στο νου του ποιητή του .
Αλικο βλέμμα
τ’ ουρανού στο ροδαυγές του ονείρου που δεν έχει πλέον λόγο να υπάρχει . Αφού έγινε
πραγμάτωση στα φτερά ενός έκπτωτου ‘Αγγελου.
Το φεγγάρι πίνει
το νερό από το χαμένο φρέαρ , λαίμαργα . Κι αυτό χύνεται σαν ανάσα στο διάφανο στέρνο
του.
‘Ένα βλέμμα που
κοιτά μέσα από το βρεγμένο διάφανο , την απεραντοσύνη . Δροσιά των φλογισμένων Εραστών
του ατέρμονου .
Αλικο βλέμμα
σ’ ένα άγραφο ποιήμα .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου