Χα’ι’δεύει ο
καπνός ενός ετοιμοθάνατου τσιγάρου το θολό αλατισμένο λυκόφως . Το δάκρυ μιάς
νεράιδας που ‘ χασε τα παραμύθια της . Κρυφό μετέωρο άγγιγμα , η σιωπή . Το
άδειασμα της απουσίας . Ξεγελασμένη ανάσα , μια ρουφηξιά από φωτιά .
Ξεγελασμένη γαλήνη . Στο τέλος μιάς διαδρομής η αναπάντεχη συνάντηση της
αμφισβήτησης . Κρυφογελά και χαιρετά ‘σε καθώς ο νούς ζαλίστηκε από το τώρα και
ζητά το αύριο . Να ‘ ναι το αύριο η απάντηση ? Η αμφισβήτηση δε ζητά απαντήσεις
. Καταρρίπτει τις υπάρχουσες . Μια διαρκής ερώτηση . Και η μαγεία επιστρέφει .
Το απλό είναι το πιο δύσκολο . Ευέλικτο πειρατικό βοηθά τα ρεσάλτα στις
ναυαρχίδες . Το απλό είναι το δύσκολο . Το πιο δύσκολο απλό είναι ο Ερωντας .
Ανατρεπτικός . Φτιάχνει ρωγμές στα στεγανά του εαυτού . Πρέπει να αμφισβητήσεις
τη στασιμότητα και τη σύμβαση των στεγανών για να τον συναντήσεις , ψιθυρίζουν
οι αστερισμοί. Πρέπει να αμφισβητήσεις για να αλλάξεις . Για να δεχτείς .
Πρέπει να αμφισβητήσεις για να γίνεις αγρίμι . Είναι όμορφα τ’ αγρίμια.
Κρυφογελούν στις αβύσσους . Αμφισβητούν τον φόβο . Γι’ αυτό δε φοβούνται . Ολο
σε κάποια σχισμή του σκοταδιού θα τα βρείς να παίζουν με το φώς . Αντιλαλούν τα
όρη το ερωτικό τους κάλεσμα. Είναι λεύτερα τ’ αγρίμια . Σπαθιά που κόβουν τα
πιο δύσκολα δεσμά . Αυτά που είναι αόρατα . Αυτά που ο καθένας έβαλε
συμβιβαζόμενος με το άδειο βλέμμα της ακινησίας . Ο νους , ο γεννημένος να πετά
, βρουχάται σα πληγωμένος δράκοντας που ράγισε η αρχαία του αρματωσιά . Που
ράγισαν τα φτερά του . Τότε , εκείνη τη στιγμή αμφισβήτησε τη μοναχική του
γνώση . Αιώνες τώρα ήταν σε μια σπηλιά γεμάτη φλόγες και απαντούσε επί παντός .
Όμως δε ρωτούσε ο δράκος , χάνοντας σιγά σιγά τις απαντήσεις του .Οχυρωμένος
στη μοναξιά του .Κι ο Ερωντας ξέπλεκε τα δίκτυα γελώντας .Αυτός ήταν μια
διαρκής εντροπία .Χωρίς ποτέ να βγαίνει καμμιά απάντηση από το είναι του. .
Μόνο ένα εντροπικό φως , καμωμένο από τη συνεχή έκσταση της έκρηξης . Ένα
ηφαίστειο . Μια φλογισμένη κορυφή που βρουχάται έχοντας συντροφιά της τα
συντρίμμια παλιών θεών . Κι ένα σμάρι από άγριες μέλισσες κεντούν το θυμάρι . Και
σε κάθε κέντημα λευτερώνεται το άρωμα των επαναστατημένων αισθήσεων . Των
επαναστατημένων απαντήσεων που έγιναν επιτέλους ερωτήσεις . Αμφισβητώντας τη
βαλτωμένη συνείδηση . Κεντούν οι άγριες μέλισσες . Κεντούν . Κι οι νύχτες
γίνονται αυγές , που όπως ότι αρχίζει , είναι ματωμένες . ‘Ενας ανθός του
Μαγιού που φόρεσε κόκκινο πανωφόρι για να κρύψει τις πληγές που του ‘ κανε ο Βοριάς . Πρέπει να κοιτάξεις βαθιά για να
γίνεις μια ματωμένη αυγή . Πρέπει να νιώσεις βαθιά για να γίνεις μια ματωμένη
αυγή . Ν’ αφήσεις να σε κλέψει ο ‘Ερωντας για να γίνεις μια ματωμένη αυγή .
Μέσα πολύ είναι το έξω . Οι κυνηγοί των κεραυνών το ξέρουν . Δημιουργία .
Εντροπικό φώς . Ενδελεχές άλικο ..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου